EASTER ISLAND
«Rapa Nui: Το 1722, την ημέρα του Πάσχα, ο Ολλανδός θαλασσοπόρος Jacob Roggeven, ανακάλυψε τυχαία ένα απομονωμένο νησί ακριβώς στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού. Στο ημερολόγιό του ο ναύαρχος έγραψε ότι στην αρχή έμοιαζε με ένα άγονο και ανεμοδαρμένο νησί, αλλά αργότερα το περιέγραψε σαν ένα τόπο με πλούσια βλάστηση και καλλιέργειες. Ανέφερε επίσης ο Roggeven, πως το νησί είχε μεγάλο πληθυσμό με φιλικές διαθέσεις και πως του είχαν κάνει ιδιαίτερη εντύπωση τα εκατοντάδες πελώρια λίθινα αγάλματα που λέγονταν Μoai. Τα πιο πολλά έφταναν τα 4 με 6 μέτρα, αλλά υπήρχαν και κάποια ξεπερνούσαν τα 10 ή τα 15 μέτρα. Οι ιθαγενείς αποκαλούσαν το νησί τους Τe Pito o te Henua, που σήμαινε ομφαλός της Γης. Ο Θαλασσοπόρος όμως του έδωσε άλλο όνομα, το οποίο από τότε καθιερώθηκε και έγινε έτσι παγκόσμια γνωστό ως το νησί του Πάσχα. Σύντομα όλοι κατάλαβαν πως o τόπος αυτός ήταν γεμάτος μυστήρια. Ακόμα και σήμερα παρά τις πολυάριθμες μελέτες που έχουν γίνει, εξακολουθούμε να γνωρίζουμε πολύ λίγα πράγματα για τους κατοίκους και τα αγάλματά του. Σύμφωνα με τον Roggeven, υπήρχαν δύο τάξεις στο νησί. Στη μία που ήταν η ανώτερη, τα μέλη της είχαν ανοιχτό χρώμα δέρματος και συχνά κόκκινα μαλλιά, ενώ φορούσαν αρκετά σκουλαρίκια, με αποτέλεσμα να έχουν πολύ μακρύ λοβό στα
αυτιά. Οι υπόλοιποι κάτοικοι ήταν πιο κοντοί με μαύρα μαλλιά και μελαμψοί. Συνολικά δε, όλοι οι κάτοικοι έφταναν περίπου τα 15.000 άτομα. Ο Roggeven αποκόμησε την εντύπωση, πως τα μέλη της κατώτερης τάξης εργάζονταν για την κατασκευή των αγαλμάτων, που αναπαριστούσαν μέλη της ανώτερης τάξης. Μάλιστα κάποια αγάλματα είχαν κόκκινα μαλλιά και τα αυτιά τους είχαν μεγάλους λοβούς με σκουλαρίκια. Η προέλευση των κατοίκων απασχόλησε πολύ τους επιστήμονες για χρόνια. Σήμερα πιστεύεται πως προέρχονταν από την Πολυνησία, ενώ δεν λείπουν και αυτοί που υποστηρίζουν πως προέρχονταν από τη Νότια Αμερική. Το 1774, όταν έφτασε στο νησί ο James Cook, τα πράγματα είχαν αλλάξει. Μέσα σε λίγες δεκαετίες ο πληθυσμός είχε γίνει εχθρικός, ενώ πολλά αγάλματα βρίσκονταν στη γη γκρεμισμένα. Το 1864, όταν έφτασαν στο νησί οι πρώτοι χριστιανοί ιεραπόστολοι, υπήρχαν πολύ λίγοι κάτοικοι, φοβισμένοι και εξαθλιωμένοι. Το τι μεσολάβησε παραμένει άγνωστο. Το σίγουρο είναι πως χάθηκε ένα μεγάλο μέρος της γνώσης των ιθαγενών για τον ίδιο τους τον πολιτισμό, κι αυτός είναι ο κύριος λόγος που μέχρι και τώρα, το νησί του Πάσχα παραμένει ένα τόσο αινιγματικό μέρος. Σήμερα βέβαια, γνωρίζουμε έπειτα από πειράματα τον τρόπο που κατασκευάστηκαν και στήθηκαν αυτά τα γιγάντια αγάλματα. Εξακολουθούμε όμως να μη γνωρίζουμε ποιοι ήταν οι κοκκινομάλληδες κάτοικοι με τα μεγάλα αυτιά και τι συνέβη στη κοινωνία τους που την οδήγησε στη κατάρρευση. Ίσως πολλά να εξηγηθούν όταν κάποτε αποκρυπτογραφηθούν οι πινακίδες με την ιδιότυπη γραφή που βρέθηκαν στο νησί και ονομάστηκαν Rongo-rongo. Πρόκειται για 21 συνολικά ξύλινες πινακίδες με ιδιόμορφες επιγραφές, αποτελούμενες από σχήματα και ιδεογράμματα. Υπήρχαν και δεκάδες άλλες αλλά δυστυχώς τις έκαψαν Γάλλοι ιεραπόστολοι τον 19ο αιώνα. Μέχρι σήμερα οι επιστήμονες έχουν κατορθώσει να βγάλουν νόημα μόνο από μία επιγραφή. Οι σχετικές επίσης γνώσεις των ιθαγενών, χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού αιχμαλωτίστηκε από περουβιανούς δουλέμπορους και πουλήθηκε σε άγνωστες κατευθύνσεις. Είναι αξιοπερίεργο ότι η γραφή Rongo-rongo έχει μεγάλη ομοιότητα με τη γραφή του Ινδού ποταμού, αλλά και αυτή η γραφή επίσης δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί ακόμα και θεωρείται απίθανο να ήρθαν σε επαφή κάποτε οι αντίστοιχοι πληθυσμοί. Οι Ευρωπαίοι που έφτασαν στο νησί πληροφορήθηκαν από τους ντόπιους πως το κάθε Moai είχε το δικό του όνομα και πως γενικά όλα είχαν κατασκευαστεί στη μνήμη των προγόνων. Τα περισσότερα αγάλματα κατασκευάστηκαν μεταξύ 1100 και 1600 μΧ. Επίσης γνωρίζουμε ότι το λατομείο από όπου προέρχονται οι βράχοι, βρίσκεται στις πλαγιές του ηφαιστείου Rano Raraku. Εκεί λαξεύτηκαν τα αγάλματα με λίθινα εργαλεία, κάτι που αποδείχτηκε σχετικά απλό. Τα λάξευαν ξαπλωμένα ανάσκελα και στο τέλος τα σήκωναν όρθια, με κάποιο τρόπο που ακόμα και σήμερα δεν γνωρίζουν οι επιστήμονες πώς ακριβώς το πετύχαιναν χωρίς να τους καταπλακώνουν. Nα σημειωθεί πως το κάθε ένα από αυτά ζύγιζε αρκετούς τόνους. Τα μέρη δε που στήνονταν τα αγάλματα, κάποιες φορές ήταν ως και 20km μακρυά από τον τόπο που τα λάξευαν. Σήμερα, οι επιστήμονες πιστεύουν πως τα μετέφεραν πάνω σε κορμούς δέντρων, που τους έσερναν σε ένα δίκτυο ειδικών δρόμων που διευκόλυνε τη μεταφορά. Υπολογίζεται ότι με τον τρόπο αυτό εξαντλήθηκε στο τέλος όλος οι πλούτος του νησιού σε ξυλεία και το αποτέλεσμα ήταν να καταρρεύσει και να διαλυθεί η κοινωνική οργάνωση του νησιού. Πρόκειται για ένα τυπικό παράδειγμα οικολογικής καταστροφής υποστηρίζουν οι επιστήμονες, που δείχνει τι μπορεί να συμβεί όταν οι άνθρωποι εξαντλούν τους πόρους του περιβάλλοντος τους. Ακολούθησαν λοιπόν εμφύλιοι πόλεμοι, κανιβαλισμός και φυσικά παρακμή. Οι Ευρωπαίοι επίσης έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη κατάρρευση του πολιτισμού αυτού, καθώς έφεραν πολλές και νέες ασθένειες στους ιθαγενείς του νησιού. Όπως και να ‘χει όμως, το σίγουρο είναι πως το νησί του Πάσχα, ή Rapa Nui όπως το λένε οι ντόπιοι, μαγνητίζει και θα μαγνητίζει πάντοτε με το μυστήριο που το περιβάλλει, κάθε ανήσυχο ταξιδιώτη που δεν φυλακίζεται από σύνορα. Τα Moai τοποθετούνταν επάνω σε μία βάση (Ahu), που έφτανε σε κάποιες περιπτώσεις τα 150μ. Τα τεράστια αγάλματα αποτελούνταν από το κύριο σώμα και το πέτρινο καπέλο (pukao) στη κορυφή του σώματος. Τα χαρακτηριστικά τους ήταν το χαμηλό μέτωπο, τα βαθουλωμένα μάτια και τα μακριά αυτιά. Οι κατασκευαστές συνήθιζαν να τοποθετούν στα μάτια των Moai άσπρα κοράλλια με κόκκινες κόρες, πιστεύοντας πως αυτό τους προσέδιδε μεγάλη δύναμη».