NEPAL
«Nepal – diary: Tο βράδυ κατασκηνώσαμε στο Nagarkot. Είχαμε πια ολοκληρώσει εν μέσω του μουσώνα το τριήμερο trekking στα βουνά. Ήταν το δεύτερο βράδυ που ο Χ. ψηνόταν στον πυρετό. Ήταν ίσως φυσική συνέπεια μετά τη συνεχή καταιγίδα τόσων ημερών! Κοιμηθήκαμε και πάλι σχεδόν μούσκεμα! Τουλάχιστον όμως δεν είχαμε πια συντροφιά τις βδέλλες! Το πρωί ο καιρός καθάρισε κάπως. Έπρεπε να πάρουμε το λεωφορείο για την Bhaktapur και από εκεί κατευθείαν στη Kathmandu. Όταν το αντικρίσαμε, ήδη στην οροφή του κάθονταν αρκετοί “αερομεταφερόμενοι” ντόπιοι. Ο Bohda, ο οδηγός μας στο βουνό, είχε ευτυχώς φροντίσει για τις θέσεις μας (μέσα). Μπήκαμε και καθίσαμε. Ήταν φίσκα! Εννοείται βέβαια ότι στο διάδρομο υπήρχαν αρκετοί όρθιοι. Πίσω στη γαλαρία μαζί με όλους τους άλλους έβλεπες σακιά γεμάτα με στάρια. Υπήρχαν ακόμα μεγάλα πλεκτά καλάθια με κότες που πετάριζαν, αλλά και μερικά κασόνια με καρτέλες αυγά. Μέσα σε όλα αυτά χοροπηδούσε και μια μικρή μαϊμού δεμένη κάπου με λεπτή αλυσίδα. Όταν η ζέστη με την υγρασία έφτασαν στο αποκορύφωμα, έφεραν απ’ έξω έξω με ένα φορείο μια γυναίκα. Επικράτησε ένας μικρός εκνευρισμός και φασαρία χωρίς να ξέρουμε τι γινόταν ακριβώς. Στο τέλος και αφού την ανέβασαν στο λεωφορείο με δυσκολία, την απόθεσαν κάπου μπροστά στο
διάδρομο. Όλοι κάλυψαν μύτη και στόμα με κάποιο κομμάτι ύφασμα. Κάναμε κι εμείς ότι και οι υπόλοιποι. Επιτέλους ξεκινήσαμε. Στο μεταξύ ο καιρός “φόρτωσε” απότομα και άρχισε πάλι η βροχή. Ο δρόμος ήταν κακός, χωμάτινος με απότομες στροφές. Για δυο περίπου ώρες πηγαίνοντας μόνο με πρώτη-δευτέρα ταχύτητα, το λεωφορείο “μούγκριζε” καθώς έτριζε μέχρι κι η τελευταία του βίδα. Ο πυρετός του Χ. δεν έλεγε να κοπάσει, όπως άλλωστε και ο μουσώνας που δυνάμωνε. Το μεσημέρι φτάσαμε στη Bhaktapur».